Τελευταίες έρευνες αποδεικνύουν πως όσο πιο νωρίς ένα παιδί ενταχθεί στο εκπαιδευτικό πλαίσιο (παιδικό σταθμό ή νηπιαγωγείο), τόσο πιο γρήγορα αναπτύσσει γνωστικές και κοινωνικές δεξιότητες, με αποτέλεσμα, στη συνέχεια, να προσαρμόζεται πιο εύκολα στις σχολικές απαιτήσεις. Παλαιότερες έρευνες είχαν συσχετίσει το Δείκτη Νοημοσύνης με τη σχολική επιτυχία. Από το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα οι ειδικοί άρχισαν να διατυπώνουν την αντίστροφη άποψη. Με άλλα λόγια, υποστήριξαν πως η νοημοσύνη δεν αποτελεί ένα σταθερό, εγγενές και άκαμπτο χαρακτηριστικό που καθορίζει τη σχολική επιτυχία αλλά αντιθέτως, πώς η κατάλληλη και έγκαιρη εκπαίδευση επιδρά στην ανάπτυξη των γνωστικών δεξιοτήτων των μαθητών.

Μέσα από ευρήματα ερευνών φαίνεται πως η σχολική εκπαίδευση, όταν παρέχεται με τον κατάλληλο, για την εκάστοτε ηλικία, τρόπο, επηρεάζει θετικά τη γνωστική ανάπτυξη σε τομείς όπως η μνήμη, οι στρατηγικές απομνημόνευσης, η φωνολογική ενημερότητα, η αφηρημένη σκέψη, οι αριθμητικές δεξιότητες κ.α. Ωστόσο, αξίζει να τονίσουμε πως προκειμένου να επιτευχθεί ανάπτυξη χρειάζεται η εκπαιδευτική παρέμβαση να παρέχεται με τον κατάλληλο τρόπο.  Με άλλα λόγια, αν ο εκπαιδευτικός προσπαθεί να διδάξει δεξιότητες για τις οποίες οι μαθητές αναπτυξιακά δεν είναι έτοιμοι να κατακτήσουν δεν θα συντελεστεί γνωστική ανάπτυξη, αντιθέτως μπορεί να παρουσιαστεί δυσκολία σχολικής προσαρμογής.

Συμπερασματικά, φαίνεται πως η σχολική εκπαίδευση βοηθά στην ενίσχυση της γνωστικής ανάπτυξης των παιδιών και ενισχύει τις δεξιότητες εκείνες οι οποίες είναι εγγενώς καθορισμένες να αναπτυχθούν τη συγκεκριμένη αναπτυξιακή περίοδο. Έτσι, οι γονείς χρειάζεται να επιλέξουν προσεκτικά τόσο το σχολείο όσο και την ηλικία έναρξής του.